Γράφει ο Γκασμέντ Καπλάνι
Δημοσιογράφος
Μια πρόσφατη μελέτη, εκεί στις ΗΠΑ, αποκαλύπτει ότι κάθε γυναίκα περνάει κατά μέσον όρον 16 μήνες της ζωής της κλαίγοντας. Η έρευνα λέει ακόμη ότι τα δάκρυα των γυναικών βρέχουν κυρίως τα μαξιλάρια τη νύχτα και βοηθούν τις ίδιες να κρατούν την ψυχική τους υγεία, ακόμα και τη σωματική. Επίσης, ότι οι γυναίκες δεν ντρέπονται να κλαίνε δημόσια.
Ως άνδρας διαβάζω την είδηση με κάποια δόση ζήλειας. Εμάς τους άνδρες, μας μαθαίνουν από μικρή ηλικία να μισούμε τα δάκρυα. Να τα ταυτίζουμε με την αδυναμία και την κατάντια. Προσωπικά, καθώς μεγάλωσα σε ένα δικτατορικό καθεστώς και σε μια βαθύτατα συντηρητική κοινωνία, πήρα από μικρός μια μπόλικη δόση μίσους και απέχθειας προς τους άνδρες που κλαίνε. Θυμάμαι με πόση περιφρόνηση μεταχειρίζονταν τους άνδρες που εξέφραζαν την αδυναμία τους δημόσια. Όποιος άνδρας είχε κλάψει για κάποια γυναίκα, ήταν ξοφλημένος. Δεν ήταν πια άνδρας, αλλά «γυναικούλα». Τα δάκρυα επιτρέπονταν μόνο στα παιδάκια. Με το που το παιδί έπαιρνε τη μορφή του άνδρα, έπρεπε να κοπεί αυστηρά κάθε σχέση με τα δάκρυα. Όλοι οι φανατισμοί- θρησκοληψία, εθνικισμός, ρατσισμός- μισούν τα δάκρυα, αλλά είναι δακρύβρεχτοι. Οι εθνικιστές δακρύζουν, αλλά μόνο μπροστά στα κλέη του έθνους ή από χαρά μπροστά στα πτώματα των εχθρών. Ζούμε, έτσι κι αλλιώς, σε μια εποχή δακρύβρεχτη. Τα δάκρυα του αληθινού πόνου συνήθως δεν φαίνονται ποτέ. Επικρατούν τα δάκρυα του στημένου πόνου. Τα δάκρυα στις σαπουνόπερες. Ή τα δάκρυα των πολιτικών και των VΙΡ, πάντα σε απόλυτη συνεννόηση με τις τηλεοπτικές κάμερες. Εν πάση περιπτώσει...
Διάβασα αυτή την είδηση με τα μάτια μου βρεγμένα. Όχι από δάκρυα αληθινά. Βρεγμένα από τα τεχνητά δάκρυα, τα Τears Νaturale Free, που στάζω κάθε πρωί στο μάτι μου για να θεραπεύσω την ξηρότητα της ίριδας. Καμιά σχέση με τα δάκρυα της παιδικής ηλικίας που μας αποκάλυπταν την πίκρα της ανθρώπινης ύπαρξης, που μας έκαναν να νιώσουμε αυτό το κύμα που φράζει το λαρύγγι και μας εξαγνίζει μέσω του πόνου. Οι γυναίκες έχουν τη δυνατότητα να παράγουν τέτοια δάκρυα. Δεν την χάνουν όταν χάνουν την παιδική τους ηλικία. Ίσως είναι ο αιώνιος δεσμός τους με αυτήν. Αν πιστέψουμε τον Φρόυντ, αυτό συμβαίνει επειδή οι γυναίκες έχουν μια τάση προς την υστερία. Ας είναι. Όμως, αυτή η ικανότητά τους να μη φοβούνται τα δάκρυα, τους επιτρέπει να κατέβουν στις καθαρτικές περιοχές του πόνου. Οι γυναίκες δεν έχουν ανάγκη από καθρέφτες για να κλαίνε. Το κάνουν στο σκοτάδι και στο φως, στη μοναξιά και στην παρουσία των άλλων. Αν και στη σημερινή κοινωνία μαθαίνουν και αυτές ότι πρέπει να είναι σκληρές. Ότι πρέπει να προσέχουν, να μην τους προδώσει η γυναικεία τους φύση. Μια κοινωνία που δεν ξέρει να κλαίει αληθινά, δεν ξέρει ούτε να γελάει αληθινά. Είναι μια κοινωνία μουδιασμένη. Μια κοινωνία όχι δακρυσμένη, αλλά δακρύβρεχτη. Που δεν γελάει αλλά καγχάζει. Μια κοινωνία που δεν ξέρει να εκτονωθεί αλλά εκρήγνυται. Δάκρυα γυναικών, λοιπόν. Αυτά που σε εμάς τους άνδρες μαθαίνουν να μισούμε ή να απολαμβάνουμε ως λάφυρα κατάκτησης. Μέχρι που έρχεται μια στιγμή, που η αβάσταχτη ελαφρότητα της απουσίας της πέφτει πάνω σου. Και σου φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια. Νιώθεις ξανά αυτό το υγρό, καυτό κύμα να ανεβαίνει από τα σπλάγχνα σου και να σου φράζει το λαρύγγι, όπως τότε που ήσουν παιδί. Και είναι τότε που νιώθεις τόσο αδύναμος και ευάλωτος. Τόσο γυμνός. Τόσο ο εαυτός σου, ο αληθινός...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου